- αχ!
- αχ! και άχου! και αχού! και αχί!1. επιφώνημα πόνου ή λύπης: Αχ! κακό που μας βρήκε.2. σπν. ως επιφώνημα χαράς ή πόθου: Αχ! πόσο χάρηκα που ήρθες.3. ως ουσ. με το άρθρο, το αχ!, ο πόνος: Τον έφαγε το αχ! και το βαχ!
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.